Τετάρτη, Ιανουαρίου 25, 2006

Παραμυθακι(?)

O Sórgensen, o Δανός ποιητής, σε μια απ' τις βαθυστόχαστες παραβολές του, κάνει την ακόλουθη διδακτική περιγραφή:
Κάποιο μαγευτικό φθινοπωρινό πρωί η ατμόσφαιρα ήταν γεμάτη από λεπτά νήματα αράχνης. Ένα απ' αυτά τα νήματα που ταξίδευαν ακυβέρνητα, σκάλωσε στην κορυφή κάποιου δέν­τρου ψηλού και τότε η αράχνη, η μικρή αυτή αεροπόρος, αφή­νοντας τη λευκή της βαρκούλα, αποβιβάστηκε στου δέντρου το φύλλωμα. Σε λίγο άρχισε να υφαίνει τον καινούργιο της ιστό, που τη μια άκρη του την έδεσε στην κορυφή του δέντρου και την άλλη την άφησε προς τη γη.
Εκεί βρήκε κάποιο θάμνο, και χωρίς να χάσει τη συνοχή της με το νήμα της κορυφής, άρχισε ακούραστη να υφαίνει τον ιστό της, δένοντας τις άλλες άκρες του στα κλαδιά των θάμνων. Έτσι έφτιασε μια αριστουργηματική παγίδα, που αιχμαλώτιζε μ' επιδεξιότητα τα ανύποπτα έντομα.
Σαν πέρασαν μερικές ημέρες, φαντάστηκε η αράχνη πως ο ιστός της ήταν πολύ μικρός. Άρχισε λοιπόν να τον μεγαλώνει προς κάθε κατεύθυνση. Και η υφαντική προσπάθεια της αράχνης πέτυχε, χάρη στο στερεό νήμα, που ήταν δεμένο στην κορυφή του δέντρου.
Το εργόχειρο της αράχνης ήταν υπέροχο. 'Οταν η πρωινή φθινοπωρινή δροσιά ξεκουραζόταν επάνω στον ιστό της αράχνης, τον έκανε να φαντάζει σαν πέπλος στολισμένος με μαργαριτάρια, που λαμποκοπούσαν στο φως του ήλιου.
Έτσι λοιπόν η αράχνη ήταν περήφανη γιο: το έργο της. Οι κόποι της δεν πήγαν χαμένοι. Κάθε μέρα και περισσότερο πάχαινε και προπάντων η κοιλιά της έπαιρνε καλές διαστάσεις. Τώρα δυσκολευόταν να πιστέψει πως αυτή ήταν η ίδια εκείνη αράχνη, η αδύνατη, η πεινασμένη, η κάτισχνη, που την αρχή του φθινοπώ­ρου είχε σκαρφαλώσει στην κορυφή του ψηλού εκείνου δέντρου.
Κάποιο τρωί όμως ξύπνησε κακοδιάθετη. Και η καταχνιά της ημέρας εκείνης έκανε βαρύτερη τη μελαγχολία της. Πώς να μη στενοχωριέται και να μη μελαγχολεί; Ούτε σκιά εντόμου δεν φαι­νόταν στον ορίζοντα...
Και η αράχνη μας σκέφθηκε: Πρέπει να κάμω μια επιθεώρη­ση του ιστού μου, για να εξακριβώσω μη τυχόν έχει ανάγκη από καμιά επισκευή.
Και «άμ έπος, άμ' έργον». Άρχισε αμέσως να επιθεωρεί το δίκτυο της νήμα προς νήμα, για να βεβαιωθεί αν όλα ήταν πιασμέ­να γερά. Τα νήματα όλα ήταν εν τάξει. Κανένα χάσμα πουθενά δεν υπήρχε. Και όμως εξακολουθούσε πάντα να παραπονιέται.
Συνεχίζοντας τον άθυμο περίπατο της, έφθασε στο ακραίο νήμα, που συνέδεε τον ιστό της με την ψηλή του δέντρου κορυφή. Βασάνιζε το μυαλουδάκι της, για να θυμηθεί από πού κρατούσε εκείνο το νήμα. Κι όμως για όλα τα άλλα νήματα θυμόταν πού βαστούσε του καθενός η άκρη : σε ποιο αγκάθι, σε ποιο θάμνο, σε ποιο σπασμένο κλαδί κ.λπ. Τη βασάνιζε λοιπόν η σκέψη: σε τι θα μπορούσε να χρησιμεύσει ένα κατακόρυφο νήμα, που χανό­ταν η αρχή του στα ύψη; Τότε στηρίχτηκε στα πισινά πόδια της και με ολάνοικτα μάτια άρχισε να ερευνά ολόγυρα τον ορίζοντα. Δεν ανακάλυψε όμως τίποτε. Μάταιοι οι κόποι της ! Η άκρη του νήματος ήταν αόρατη. Πολύ πιθανόν να ήταν κρυμμένη μέσα στα σύννεφα!...
Αλλά όσο μεγάλωναν οι προσπάθειες της αράχνης για να ανακαλύψει το μυστικό του μυστηριώδους εκείνου νήματος, τόσο μεγάλωνε και η κακία της.
Αλήθεια, τι σκοπό μπορούσε να έχει το ανεξιχνίαστο εκείνο νήμα; Η καλοπέραση του τελευταίου καιρού την έκαμε να ξε­χάσει, ότι κάποιο φθινοπωρινό πρωί και αυτή είχε κατεβεί από τα ψηλά στα χαμηλά με τη βοήθεια εκείνου του νήματος. Λησμόνησε τώρα πόσο την είχε βοηθήσει στο να υφάνει και να με­γαλώσει τον ιστό της.
Τώρα βλέπει μονάχα ένα νήμα ξεκάρφωτο στον αέρα. — Καλά λοιπόν, θα σου δείξω εγώ! τσίριξε με όλη τη δύ­ναμη της και με πολλή κακία δάγκασε το νήμα και το 'κόψε. Την ίδια όμως στιγμή χαλαρώθηκε, παραμορφώθηκε και κατάπεσε ο­λόκληρος ο ιστός της.
'Οταν συνήλθε, κατάλαβε πως κυλιόταν κάτω από κάποιον αγκαθερό θάμνο και ότι ήταν ακόμη περιτυλιγμένη με τα υγρά απομεινάρια εκείνου, που πριν από λίγο ακόμη ήταν ένας καλλι­τεχνικός πέπλος, γεμάτος ασήμι και μαργαριτάρια...
Την ομιχλώδη εκείνη μέρα η αράχνη έγινε και πάλι περι­πλανώμενος ζητιάνος, καθώς ήταν άλλοτε. Σε μια και μόνη στιγμή εκμηδενίστηκε ολόκληρο το έργο της, γιατί δεν κατόρθωσε να κα­ταλάβει την αναντικατάστατη σκοπιμότητα του νήματος εκείνου, που οδηγούσε προς τα πάνω, προς τα ψηλά..
Ο καθενας μας ας βαλει τον ευτο του στη θεση της αραχνης..και στην θεση του νηματος ας βαλει ... Μα εγω θας τα λεω ολα?

 
eXTReMe Tracker